Μερικά κομμάτια «πέτρας»…

Γράφει ο Χριστόφορος Διερωνίτης, Ιστορικός – Αρχαιολόγος  Στέλεχος τουριστικού οργανισμού
Γράφει ο Χριστόφορος Διερωνίτης, Ιστορικός – Αρχαιολόγος Στέλεχος τουριστικού οργανισμού
Έντονος θόρυβος δημιουργήθηκε εσχάτως μετά την ανακοίνωση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη να θέσει στον βρετανό ομόλογό του το ενδεχόμενο επιστροφής των γλυπτών του Παρθενώνα, με τη μορφή δανείου, στο πλαίσιο των εορτασμών για τα 200 χρόνια από την Επανάσταση του 1821. Δικαιολογημένος; Σαφώς… Όχι όμως από τη μικροπολιτική σκοπιά της απερχόμενης κυβέρνησης, που σαν να εμφανίστηκε με παρθενογένεση εξαπολύει μύδρους για τη δήθεν αναγνώριση των γλυπτών ως βρετανική κυριαρχία. Αλλά, από το γεγονός ότι η παρούσα κυβέρνηση δίνει μία νέα διάσταση στο όλο ζήτημα, προσπαθώντας εκτός από τους υψηλούς συμβολισμούς να δημιουργήσει τετελεσμένες καταστάσεις.

Ας ξετυλίξουμε όμως τον μίτο από την αρχή. Η ροή των γεγονότων είναι λίγο πολύ τετριμμένη. Ο Thomas Bruce, 7ος κόμης του Έλγιν, γνωστός ως λόρδος Έλγιν, εκμεταλλευόμενος τις πολιτικές συγκυρίες της εποχής και τη διπλωματική του θέση ως Άγγλου Πρεσβευτή στην Υψηλή Πύλη, εμφορούμενος από άσβεστο πόθο και λατρεία για το μεγαλείο της κλασικής τέχνης – απόρροια της κλασικής ανατροφής που έλαβε-, κέρδισε την αιωνιότητα, διαπράττοντας ένα από τα μεγαλύτερα εγκλήματα κατά του οικουμενικού πολιτισμού. Έχοντας έντονη επιρροή στον Σουλτάνο, εξασφάλισε ένα φιρμάνι που επέτρεπε την απρόσκοπτη είσοδό του στον Ιερό Βράχο και τον αρχαίο «Ναό των Ειδώλων», όπως αποκαλείτο ο Παρθενώνας από τους Τούρκους, με σκοπό να σχεδιάσει και να αντιγράψει τμήματα του σπουδαίου γλυπτού διακόσμου του ναού. Γεγονός, βέβαια παραμένει η μέχρι και σήμερα αδυναμία εύρεσης του εν λόγω οθωμανικού εγγράφου, όπως αυτό εκδόθηκε στα τουρκικά, παρά τις έρευνες από τους ειδικούς. Το μόνο που διασώζεται είναι μία μετάφρασή του στην ιταλική γλώσσα, από έναν διερμηνέα της Αγγλικής Πρεσβείας στην Κωνσταντινούπολη. Χαρακτηριστικά, εξουσιοδοτούσε τον λόρδο Έλγιν, μεταξύ άλλων, να ανασκάψει πέριξ του Παρθενώνα για να βρει επιγραφές ή γλυπτά και του εκχωρούσε το δικαίωμα να πάρει ανεμπόδιστα από τις τουρκικές αρχές της πόλης μερικά κομμάτια πέτρας (μεταφ. από ιταλικά: qualche pezzi di pietra). Το αποτέλεσμα είναι γνωστό σε όλους. Περίπου τα μισά από τα σωζόμενα γλυπτά του ναού αποσπάστηκαν βίαια και μετά από μεγάλες περιπέτειες, κατέληξαν στην κατοχή του Βρετανικού Μουσείου στο Λονδίνο. Οι πολιτισμένοι, δηλαδή, αναγκάστηκαν να γίνουν λίγο βάρβαροι, αφαιρώντας τελικά μερικά κομμάτια από την ίδια την ύπαρξη του Ελληνισμού.

Επιστρέφοντας στο σήμερα, στην εποχή της εικόνας, που όλα είναι θέμα επικοινωνίας, η δύναμη της εικόνας  είναι τέτοια που καθίσταται εργαλείο μετάδοσης ακόμα και της πιο σύνθετης πληροφορίας. Δημιουργεί συναισθήματα, αφηγείται ιστορίες, παγιώνει καταστάσεις,  υποκινεί, «συλλαμβάνει» και «παγώνει» μια στιγμή, μετατρέποντάς την παράλληλα σε «κτήμα ες αεί».

Ας κάνουμε εικόνα μόνο τούτο: η Ελλάδα ξανά στο επίκεντρο της παγκόσμιας προσοχής μέσω μιας σειράς εκδηλώσεων, που θα σηματοδοτούν την εθνική παλιγγενεσία, την αναγέννηση του κράτους και την ένταξή του σε τροχιά ανάπτυξης και προόδου. Παράλληλα, τα  αυθεντικά γλυπτά του Παρθενώνα στη θέση των γύψινων ομοιωμάτων τους μέσα στο Μουσείο της Ακρόπολης και πλήθος ξένων ηγετών, διπλωματών, εκπροσώπων κρατών, πολιτιστικών ακολούθων, ακαδημαϊκών, εκπροσώπων της UNESCO και άλλων μουσείων, δημοσιογράφων από όλον τον κόσμο κ.ά. να ξεναγούνται ενώπιόν τους.  Θα πρόκειται για μια de facto νομιμοποίηση του δίκαιου αιτήματος της επανένωσης των γλυπτών στη συνείδηση όλων των πολιτών. Ένα πανίσχυρο όπλο που υπερβαίνει τα όχι και τόσο πολλά νομικά επιχειρήματα σε μια αμφίρροπη δικαστική διαμάχη. Δεν θα υπάρχει πραγματικά καλύτερος τρόπος για να επιτευχθεί η μεταστροφή του βρετανικού κοινού από το να θαυμάζουν το σύνολο των γλυπτών, το είδος, το θέμα, αλλά και τις τεχνικές λεπτομέρειες, ως αναπόσπαστο κομμάτι του αρχιτεκτονήματος από το οποίο προέρχονται. Θα είναι «το πρώτο βήμα», όπως είπε και ο πρωθυπουργός για μια μάχη που εκ προοιμίου θα έχει χαμένο το Βρετανικό Μουσείο.