Καύση απορριμμάτων: Ζωτική λύση ή περιβαλλοντική πρόκληση;

Καύση απορριμμάτων

Στην Ελλάδα, ανοίγει σταδιακά η δημόσια συζήτηση γύρω από την καύση απορριμμάτων. Σε μια χώρα με από τα χαμηλότερα ποσοστά ανακύκλωσης στην Ευρώπη και υψηλή εξάρτηση από την ταφή, η πρόταση για εφαρμογή της καύσης – ακόμη και μέσω Συμπράξεων Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα – θέτει κρίσιμα ερωτήματα. Μπορεί αυτή η τεχνολογία να εφαρμοστεί με όρους βιωσιμότητας και κοινωνικής ωφέλειας ή κινδυνεύει να υποκαταστήσει την ανακύκλωση και να παγιώσει μοντέλα ενεργειακής εξάρτησης;

Η εμπειρία της Ευρώπης προσφέρει πολύτιμα μαθήματα για όσα πρέπει να γίνουν – και όσα πρέπει να αποφευχθούν.

Σε χώρες όπως η Σουηδία, η Δανία και η Ολλανδία, η καύση αποτελεί μέρος ενός ευρύτερου συστήματος κυκλικής διαχείρισης αποβλήτων. Με αυστηρούς περιβαλλοντικούς ελέγχους και υψηλά ποσοστά ανακύκλωσης, οι μονάδες καύσης συμβάλλουν στην παραγωγή θερμικής και ηλεκτρικής ενέργειας, μειώνοντας παράλληλα τον όγκο των απορριμμάτων που οδηγούνται σε ταφή.

Η αγορά Waste-to-Energy στην Ευρώπη αναμένεται να ξεπεράσει τα 22 δισεκατομμύρια δολάρια έως το 2025, επιβεβαιώνοντας την τεχνολογική και οικονομική της δυναμική.

Πλεονεκτήματα

  • Μείωση ταφής απορριμμάτων: Καίγονται υλικά που δεν είναι ανακυκλώσιμα, μειώνοντας τον όγκο των αποβλήτων έως και 90%.

  • Ενεργειακή αξιοποίηση: Η ενέργεια που παράγεται αξιοποιείται για ηλεκτροδότηση και τηλεθέρμανση.

  • Ανάκτηση υλικών: Η στάχτη μπορεί να χρησιμοποιηθεί για εξόρυξη μετάλλων ή σε κατασκευές.

Σε χώρες με οργανωμένα δίκτυα τηλεθέρμανσης και κεντρικής διαχείρισης, η συμβολή των εργοστασίων καύσης είναι καθοριστική.

Όπως κάθε τεχνολογία, έτσι και η καύση απορριμμάτων έχει τις προϋποθέσεις και τα όριά της:

  • Εκπομπές CO₂: Ειδικά όταν καίγονται πλαστικά, η συμβολή στο ανθρακικό αποτύπωμα είναι σημαντική.

  • Υγειονομικές και περιβαλλοντικές απαιτήσεις: Απαιτείται διαρκής έλεγχος για ουσίες όπως διοξίνες, βαρέα μέταλλα και αιωρούμενα σωματίδια.

  • Προτεραιότητα στην ανακύκλωση: Η καύση δεν πρέπει να αντικαταστήσει την ανακύκλωση και τη διαλογή στην πηγή, αλλά να ακολουθεί ως έσχατη λύση.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξετάζει πλέον την ένταξη της καύσης στο Ευρωπαϊκό Σύστημα Εμπορίας Ρύπων (EU ETS), με στόχο να ενισχυθεί η διαφάνεια και να προωθηθεί η κυκλική οικονομία.

Η περίπτωση της Ελλάδας

Η Ελλάδα, με τα χαμηλότερα ποσοστά ανακύκλωσης στην Ευρώπη, αντί να επενδύσει σε χωριστή συλλογή οργανικών, διαλογή στην πηγή και κυκλική οικονομία, επιχειρεί να «καεί» από τη μύτη: να εφαρμόσει καύση σε ένα σύστημα που δεν έχει τα θεμέλια για να τη στηρίξει.

Το αποτέλεσμα;

  • Κλείδωμα σε μοντέλο παραγωγής απορριμμάτων.

  • Κλείδωμα σε ιδιωτικές συμβάσεις δεκαετιών.

  • Ενεργειακή εξάρτηση από τα σκουπίδια.

Η αξιοποίηση νέων τεχνολογιών μπορεί να αποτελέσει ευκαιρία για:

  • μείωση των περιβαλλοντικών πιέσεων,

  • παραγωγή ενέργειας σε τοπικό επίπεδο,

  • καλύτερη αξιοποίηση των πόρων μέσα από συνεργασίες Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ), με σαφείς όρους, διαφάνεια και κοινωνική αποδοχή.

Η καύση απορριμμάτων θα μπορούσε ίσως να αξιοποιηθεί συμπληρωματικά, σε περιορισμένη κλίμακα, και μόνο εφόσον:

  • έχουν εξαντληθεί τα περιθώρια πρόληψης και ανακύκλωσης,

  • εφαρμόζεται με δημόσιο έλεγχο,

  • εξυπηρετεί το κοινωνικό σύνολο.

Για να προχωρήσουμε μπροστά, η στρατηγική δεν είναι να κάψουμε τα λάθη του παρελθόντος, αλλά να σχεδιάσουμε ένα νέο μοντέλο, βιώσιμο, συμμετοχικό και διαφανές, όπου η διαχείριση των απορριμμάτων δεν θα είναι βάρος – αλλά μοχλός περιβαλλοντικής και κοινωνικής υπευθυνότητας.