Ετήσιο Διεθνές Συνέδριο Γλαυκώματος 2016. Μιλάει στον «Κόσμο γύρω μας» ο Πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Γλαυκώματος, κ. Γιώργος Μαγκουρίτσας.
Στις 2 Απριλίου ολοκληρώθηκε το Ετήσιο Διεθνές Συνέδριο Γλαυκώματος 2016, το οποίο διοργανώθηκε από την Ελληνική Εταιρεία Γλαυκώματος στην Αθήνα. «Το γλαύκωμα είναι παγκοσμίως η δεύτερη αιτία τύφλωσης, με 60 εκατομμύρια πάσχοντες, εκ των οποίων τουλάχιστον 7 εκατομμύρια είναι τυφλοί»μας αναφέρει ο Οφθαλμίατρος κ. Γιώργος Μαγκουρίτσας,πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Γλαυκώματος, , και συνεχίζει:
«Στη Ελλάδα περίπου 200.000 συνάνθρωποι μας πάσχουν από γλαύκωμα, εκ των οποίων μάλιστα οι μισοί δεν το γνωρίζουν, ενώ καθημερινά εκατοντάδες χιλιάδες άτομα με υποψία γλαυκώματος ανησυχούν για το αν και πότε θα αναπτύξουν τη νόσο. Το γλαύκωμα αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα οφθαλμολογικά νοσήματα με κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις, αλλά και πολλά ανοιχτά ερωτήματα, τα οποία συζητήθηκαν κατά την τριήμερη διάρκεια του Συνεδρίου υπό την παρουσία 800 και πλέον οφθαλμιάτρων.»
Οκ. Μαγκουρίτσας μας εξηγεί, γιατί το γλαύκωμα είναι μια σοβαρή και ύπουλη νόσος,που αποκαλείταικαι«αθόρυβος κλέφτης της όρασης».
«Το γλαύκωμα χαρακτηρίζεται απόμια προοδευτική βλάβη του οπτικού νεύρου. Το οπτικό νεύρο περιέχει νευρικές ίνες που διαβιβάζουν, ως «καλώδια», τις εικόνες από το μάτι στον εγκέφαλο.Για άγνωστους λόγους, αρχικάφθείρονται οι νευρικές ίνες που είναι υπεύθυνες για την περιφερική όραση. Οι διαταραχές αυτές του περιφερικού οπτικού πεδίου, τα καλούμενα σκοτώματα, συνήθως δεν γίνονται αντιληπτά από τον πάσχοντα.Οι κεντρικές νευρικές ίνες, υπεύθυνες για την κεντρική όραση, προσβάλλονται στο προχωρημένο στάδιο του γλαυκώματος, όταν πλέον έχει καταστραφεί ανεπανόρθωτα ένα μεγάλο τμήμα του οπτικού πεδίου. Έτσι το γλαύκωμα μπορεί να παραμείνει χωρίς συμπτώματα για μεγάλο χρονικό διάστημακαι να διαγνωσθεί τελικά με καθυστέρηση έως και πολλών ετών,αντίθετα με άλλες παθήσεις όπως ο καταρράκτης ή η εκφύλιση της ωχράς κηλίδας, στις οποίεςοι ασθενείς λόγω μείωσης της κεντρικής όρασης, δηλαδή της οπτικήςοξύτητας,οδηγούνταιέγκαιρα στον οφθαλμίατρο.»
Στη συνέχεια ο κ. Μαγκουρίτσας αναφέρεται στη σημασία της ενδοφθάλμιας πίεσης:
«Ο βασικότερος παράγοντας που τραυματίζει τις νευρικές ίνεςείναι η αυξημένη ενδοφθάλμιαπίεση.Να σημειώσουμε ότι ηενδοφθάλμια πίεση δεν έχει άμεση σχέση με την αρτηριακή πίεση του σώματος και στατιστικά το ανώτερο φυσιολογικό όριο της είναι η τιμή των 21 χιλιοστών στήλης υδραργύρου. Άρα για να ανιχνευτεί πρώιμα το γλαύκωμα επιβάλλεταιμετά την ηλικία των 40ηεξέταση από οφθαλμίατρο, που περιλαμβάνει μέτρηση τηςενδοφθάλμιας πίεσης και έλεγχο του οπτικού νεύρου με βυθοσκόπηση,ανά 3-4 έτη ή και πιο τακτικά όταν υπάρχουν επιβαρυντικοί παράγοντες όπως,οικογενειακό ιστορικό γλαυκώματος, ηλικία άνω των 60 ετών, προγενέστεροι τραυματισμοί οφθαλμού, ή χρήση κορτιζόνης.
Θα πρέπει ακόμη να επισημάνουμε ότι κάποιο άτομο μπορεί να έχει οριακά αυξημένη ενδοφθάλμια πίεση χωρίς σημεία βλάβης από το οπτικό νεύρο και το οπτικό πεδίο. Στην περίπτωση αυτή το άτομο χαρακτηρίζεται ως υπερτονικόκαι θεωρείται «ύποπτο γλαυκώματος», αλλά όχι πάσχον από γλαύκωμα. Η οφθαλμική υπερτονία παρατηρείται σε ποσοστό περίπου 5% του πληθυσμού. Στην Ελλάδα εκτιμάται ότι αφορά τουλάχιστον400.000 άτομα, τα οποία θα πρέπει να παρακολουθούνται πιο στενά, έτσι ώστε αν παρουσιαστεί κάποια παθολογική μεταβολή του οπτικού πεδίου και του οπτικού νεύρου να ξεκινήσουν αμέσως αντιγλαυκωματική αγωγή.»
Ο κ. Μαγκουρίτσας καταλήγει:
«Η αντιμετώπιση του γλαυκώματος περιλαμβάνει καταρχήν κολλύρια, που σκοπό έχουν να μειώσουν την ενδοφθάλμια πίεση σε επίπεδα τέτοια, που αποφεύγεταιη εξέλιξητης βλάβης.Αν αυτό δεν επιτυγχάνεται φαρμακευτικά, μια προσωρινή επιλογή είναι η εφαρμογή laser, και στη συνέχεια θα πρέπει να αποφασισθεί έγκαιρα η χειρουργική επέμβαση.»